Ιουλίτα Ηλιοπούλου

(Το σπίτι, Εκδόσεις ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2012, σελ. 86)

Κώστας Γ. Παπαγεωργίου

Τα «σπίτια» που αποτελούν τον θεματικό και τον συγκινησιακό πυρήνα του κάθε ποιήματος της συλλογής συνθέτουν, εντέλει, ένα ενιαίο «σπίτι», με ασαφή και ποικίλλουσα διαρρύθμιση ή, τουλάχιστον, με διαρρύθμιση που διευκολύνει τη διαφορετική, κάθε φορά, ανάγκη και πρόθεση της ποιήτριας για εξομολόγηση και για επικοινωνία με τον άλλον και, πρωτίστως, με τον εαυτό της. Το κάθε σπίτι, κατοικημένο ή, το πιο συχνά, ακατοίκητο, διατηρώντας ανέπαφο από τον χρόνο το συγκεκριμένο, ατομικό, μνημονικό και συναισθηματικό φορτίο και εκτόπισμά του, συμβάλλει στη διεύρυνση και στην εμβάθυνση της έννοιας «σπίτι», γενικά, καθώς και στη συγκινημένη επιβεβαίωση όλων όσα στιγμάτισαν την ευαισθησία και καθόρισαν την εμβέλεια και τη νοσταλγική οξυδέρκεια του βλέμματος του ποιητικού υποκειμένου.
Μόνο το σπίτι μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να δημιουργήσει την αίσθηση ή την ψευδαίσθηση της ύπαρξης, να περιβάλει τη μνήμη με τη θερμαντική αχλή μιας θαλπωρής συχνά ανεξήγητης. Στις διαστάσεις του εκτυλίσσονται οι φάσεις της ζωής των ανθρώπων που το έζησαν, ολοκληρώνονται οι κύκλοι της ζωής όλων μαζί και του καθένα χωριστά, εκκολάπτεται ένας ιδιότυπος εγωκεντρισμός, καλλιεργείται η ψευδαίσθηση της ατομικής ασφάλειας και μια επίσης ιδιότυπη αδιαφορία για τα τεκταινόμενα στον έξω κόσμο, η οποία, ωστόσο, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο μιας μέριμνας κοινωνικής υφής, παρένθετης στη συγκινησιακά φορτισμένη ατμόσφαιρα των επιμέρους ποιημάτων. Τα σπίτια, το κάθε σπίτι χωριστά, ακόμα και όταν έχει επιτελέσει τον προορισμό του, ακόμα και όταν έχει ερημωθεί, εξακολουθεί να «κατοικείται» και να διεκδικεί τις μνήμες που του ανήκουν από το παρόν όλων όσοι έζησαν σ’ αυτό.
Για την ποιήτρια, όλα τα σπίτια που την κινητοποιούν ποιητικά, μοιάζει να χωρούν το ένα μέσα στο άλλο, συνθέτοντας, κατά κάποιο τρόπο, μια μπάμπουσκα σπιτιών• με το μεγαλύτερο, αυτό που περιέχει όλα τ’ άλλα -χωρίς να διαφιλονικεί ή να αναιρεί την ατομικότητα του καθενός απ’ αυτά χωριστά, τις ζωές, τα όνειρα και τα πάθη όσων τα «έζησαν»- να λειτουργεί ως σπίτι σύμβολο. Να λειτουργεί σαν να ήταν όλα τα σπίτια μαζί, επιτρέποντας στην ποιήτρια να διακρίνει, μέσα από τα πραγματικά ή τα φανταστικά παράθυρά του να διακρίνει φευγαλέες εικόνες άφατης τρυφερότητας και ερωτικής πλησμονής• παρέχοντάς της τη δυνατότητα για τη νοσταλγική βίωση και αναβίωση στιγμών και εικόνων και καταστάσεων της ζωής της απελευθερωμένες από τη φθορά του χρόνου, ξεκαθαρισμένες από το μουντό χρώμα του συναισθήματος και της συγκίνησης. Κυρίως, επιτρέποντάς της να βιώσει και να αναβιώσει όλες τις ηλικίες της ως μια ηλικία παροντική, αρραγή και αδιαίρετη. Και όλ’ αυτά με διαρκή, διαμεσολαβητική, υπόκρουση μιας απροσδιόριστης κι ωστόσο καθαρότατης μουσικής, η οποία συμβάλλει στην ποιητικά αρτιότερη «ζύμωση του χρόνου», αυτού του υγρού που πίνεται ύστερα και μόνο από όποιον -όπως η ποιήτρια- ξέρει τις ευεργετικές, παρά την οδύνη τους, συνέπειες της μνήμης. Αναμφίβολα Το σπίτι αποτελεί μία σημαντική κορύφωση στην έως τώρα συνεπή ποιητική πορεία της Ιουλίτας Ηλιοπούλου.

(Τα Ποιητικά, τχ.7, Σεπτέμβριος 2012, σελ. 18)