Δημήτρης Πέτρου ( Ά Παθολογική, εκδόσεις Μικρή Άρκτος)

Νικήτας Ζαφείρης

ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ

Στο περίφημο διήγημα του Τσέχωφ Θάλαμος 6, ένας γιατρός, ο Ράγκιν, δουλεύει σε μια κλινική ψυχοπαθών, σε ένα νοσοκομείο που φυλακίζει όσους η κοινωνία δακτυλοδεικτεί ως παραβατικούς, τρελούς, επικίνδυνους. Ο ίδιος ο γιατρός, ο «υγιής», ο υπεύθυνος της ανάρρωσης των άλλων, είναι περήφανος για το λειτούργημά του κι ωστόσο τύψεις τον συγκλονίζουν κι ενοχές: το σύστημα δεν λειτουργεί σωστά, οι συνθήκες διαβίωσης των εσώκλειστων είναι σκληρές, άδικες, ανθυγιεινές. Κάποια στιγμή, στη μέση του διηγήματος, οι άνθρωποι γύρω από το γιατρό – ένας ανταγωνιστής βοηθός του, ένας εγκάρδιος φίλος του – αρχίζουν να αντιμετωπίζουν το γιατρό σαν τρελό, για να καταλήξει τελικά κι εκείνος μαζί με τους νοσούντες. Θεραπευτής και θεραπευόμενοι, γιατρός και αγιάτρευτοι συγκατοικούν στο ίδιο στενό δωμάτιο, με ένα μικρό παράθυρο με μεταλλικές μπάρες, το φεγγάρι να μπαίνει σαν διαρρήκτης της εσπέρας.

Η αλήθεια δεν βρίσκεται μακριά – πάντα εμφιλοχωρεί μέσα στο ίδιο σώμα η υγεία και το τραύμα, η ουλή και το ιώδιο, η χαρά και η πικρή λύπη. Ο Δημήτρης Πέτρου, στην πρώτη ποιητική του συλλογή, με τίτλο ‘Α Παθολογική, φαίνεται να γνωρίζει αυτή την αλήθεια, αυτό το σμίξιμο του καλού και του κακού, την πάλη, που είναι το κουκούτσι της τέχνης. Ο τίτλος προετοιμάζει τον αναγνώστη για μια αίθουσα λευκή και κλινήρη. Τι θα συναντήσει; Έναν κατάλογο ανθρώπων που ξαπλώνουν σε κρεβάτια, ώρες επισκεπτηρίου και νοσοκόμες που μπαινοβγαίνουν βιαστικές, γιατρούς πολύ απασχολημένους για να κοιτάξουν στα μάτια τον ασθενή τους;

Η απάντηση είναι ευθέως όχι, κι όμως πλαγίως ναι. Η ‘Α Παθολογική είναι μια ποιητική συλλογή που καταπιάνεται πριν από όλα με την πρώτη αιτία των παθών μας, την πρώτη προέλευση των μικρών πληγών, την πρώτη μας παθολογία. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την παιδική ηλικία, την κοιτίδα της οικογενειακής ζωής. Αν και ο Δημήτρης Πέτρου δεν είναι κατ’ επάγγελμα γιατρός, εμφανίζεται εδώ ως ποιητικός ανατόμος, ένας ενήλικας που θέλει να μιλήσει για τον περασμένο του βίο, τον χάρτη της αναπτυσσόμενης ζωής. Μόνο που η αφήγησή του, με το πρόσχημα του βιώματος, απλώνεται πλατύτερα στην μυθοπλασία.

ΜΙΑ ΠΛΑΓΙΑ ΑΦΗΓΗΣΗ

Ιδιαίτερης μνείας χρήζει η αφηγηματική ροή της συλλογής καθώς και η σύλληψη της κατασκευής της. Πρόκειται για ένα φωτογραφικό άλμπουμ στο οποίο βυθίζεται ο ποιητής, ομφαλοσκοπώντας ψύχραιμα, ανατέμνοντας στιγμές από το παρελθόν του. Κάθε ποίημα είναι μια εικόνα με πολλούς χρωματισμούς, μια φωτογραφία που αποχρωματίζεται στο πλάγιο φως της ποίησης του Πέτρου. Λιγότερο θέλει να φωτίζει τι συνέβη ο ποιητής και περισσότερο να επισκιάσει. Έτσι η εξομολογητική διάθεση εξελίσσεται σε μια παράθλαση γεγονότων, μια διαρκή αλλοίωση περιστατικών. Η μνήμη του ποιητή δέχεται τις αλλοιώσεις της και τις αναδεικνύει. Το ποίημα γίνεται ένα διαρκές αρνητικό.

Το άχθος της ενήλικης ζωής είναι σαφές από την αρχή, όταν με λεπτή ειρωνεία, μιλά ο Πέτρου για την ευθύνη της ενηλικίωσης:

Μα είμαι άντρας

και πρέπει να βάψω τους τοίχους.

Ένα ένα εμφανίζονται τα πρόσωπα του οικογενειακού δράματος: ο πατέρας, ο αδερφός, η μητέρα. Κι ακόμη ο παππούς, μια ποθητή γυναίκα, ο επαρχιακός τόπος. Όλα όμως τα περιστατικά, όλα τα πρόσωπα παραλλάσσονται με ισχυρή την εμβολή είτε της φαντασίας, είτε της λογοτεχνίας. Διακείμενα όπως ένας στίχος του ποιητή Βασίλη Στεριάδη ή η εμφάνιση του Χόλντεν από τον Φύλακα στη Σίκαλη, εμφανίζονται μέσα στην οικογενειακή αφήγηση. Αυτό που εμμέσως διατυπώνει ο Πέτρου είναι η λογοτεχνική φύση της μνήμης, η φαντασιακή ελευθερία του μνημονικού. Ο ίδιος μελαγχολεί, αποστασιοποιείται και μειδιά μέσα στην ελευθεριότητα της ποιητικής του χώρας. Ζητούμενο δεν είναι το ντοκουμέντο, δεν είναι το τεκμήριο αλλά η τεχνική ανακατασκευή του χρόνου, η τέχνη της παράθλασης. Η λογοτεχνία υπερνικά τη μνήμη, η μνήμη γίνεται μια λογοτεχνική διαδρομή.

ΠΑΘΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ

Όχι τυχαία, ο ίδιος ο τίτλος της συλλογής του Δημήτρη Πέτρου οιωνίζει, στην ετυμολογική του διάσταση, το σημαντικότερο γνώρισμα της ποίησης, την αέναη διχοτόμηση: πάθος και λόγος, συγκίνηση και ψυχραιμία, αίσθημα και λογική, τρικυμιώδης ρομαντισμός (ο Μπάιρον να βοά από του στήθους στίχους) και εκλεκτική φιλοσοφία του μοντερνισμού (ο Έλιοτ να διαβάζει με στεγνή φωνή τα Κουαρτέτα του). Πάθος και λόγος είναι δυο κατηγορίες που ενώνονται, κι όποιοι ποιητές εκπροσωπούν το ένα, αγγίζουνε το άλλο. Ο Δημήτρης Πέτρου ανήκει στη σχολή της εγκράτειας, δεν είναι ένας αισθηματίας αλλά ένας υποκινητής αισθημάτων. Ξεκινά από τον λόγο, από την χορδή που είναι τεντωμένη αλλά άηχη, κι έπειτα αυτή δονείται, μέσα στην αναγνωστική συνείδηση.

Από τεχνική άποψη, τα ποιήματα του Πέτρου είναι ήπιες συνειρμικές συνδέσεις, ένα ποιητικό κύκλωμα που λειτουργεί με διαδοχικές στιχουργικές συλλήψεις, με εκλεπτύνσεις λόγου. Τα ποιήματα αυτά έχουν μια φύση επιβράδυνσης, συγγραφικής και αναγνωστικής – εκεί έγκειται η ιδιαίτερη χροιά τους. Υπό αυτή την έννοια, είναι  ποιήματα κρυπτείας, αποχής από τον ταχύρυθμο κόσμο που μας περιβάλλει, είναι μια πρόταση ενός άλλου χρόνου, ενός λεπτοδείκτη που αργεί.

Η ένταση της ποίησης του Πέτρου πηγάζει από την αισθητική της ψυχραιμία, – είναι μια ποίηση που κατανοεί την κατασκευαστική διάσταση της ποίησης, την τεχνική αξία, την αισθητική αρωγή κι έτσι δεν ενδίδει σε συναισθηματισμούς. Το αντίθετο: διεκδικεί ήπια τον ποιητικό λόγο και τον επιτυγχάνει.


(Τα Ποιητικά, τχ. 22, Ιούνιος 2016, σελ. 12)

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Δημήτρης Πέτρου ( Ά Παθολογική, εκδόσεις Μικρή Άρκτος)